1.1. Το κοινωνικο-οικολογικό πλέγμα στη διατήρηση των Πρεσπών

Δρ. Γιώργος Κατσαδωράκης

Δρ. Γιώργος Κατσαδωράκης

Εταιρία Προστασίας Πρεσπών

Κοινωνικο-οικολογικά παραγωγικά τοπία

Όλες εκείνες οι περιοχές των Βαλκανίων (αλλά και οπουδήποτε αλλού) που προστατεύονται νομικά  λόγω της φυσικής τους κληρονομιάς, και οι οποίες επίσης κατοικούνται και περιέχουν ιδιωτικές εκτάσεις, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως αυτό που είναι γνωστό ως «κοινωνικο-οικολογικά παραγωγικά τοπία», ή SEPLs. Αυτός ο όρος επινοήθηκε στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας Satoyama, βάσει της Σύμβασης για τη Βιοποικιλότητα, και αναφέρεται σε χώρους πρωτογενούς  παραγωγής, μωσαϊκής μορφής που έχουν διαμορφωθεί μέσω μακροπρόθεσμων αλληλεπιδράσεων μεταξύ ανθρώπων και φύσης, κατά τρόπο που ευνοεί την ευημερία των ανθρώπων, διατηρώντας παράλληλα τη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες (Belair κ.α. 2010, Gu και Subramanian 2012). Η διασυνοριακή λεκάνη των Πρεσπών, η οποία περιλαμβάνει τις δύο λίμνες και τη γύρω ορεινή λεκάνη, πρέπει σαφώς  να αντιμετωπίζεται ως τέτοια περιοχή. Η Εταιρία Προστασίας Πρεσπών, μια περιβαλλοντική ΜΚΟ που δραστηριοποιείται στο Ελληνικό τμήμα της Πρέσπας από το 1991, έχει στηρίξει  όλες τις 5-ετείς της στρατηγικές διατήρησης σε αυτήν ακριβώς την παραδοχή.

Αποτελεί μια κεντρική αρχή των δράσεων διατήρησης και προστασίας, ότι, σε τέτοιου είδους περιοχές δεν μπορούν να υλοποιηθούν αποτελεσματικά και αποδοτικά , εάν δεν βασίζονται από την αρχή σε μια τουλάχιστον θεμελιώδη κατανόηση του βασικού πλέγματος αλληλεπιδράσεων μεταξύ των οικολογικών, κοινωνικών, πολιτιστικών και οικονομικών αξιών και ζητημάτων στις εν λόγω περιοχές. Στην οικολογία, όπως επίσης και στη διατήρηση της φύσης συνεχώς αντιμετωπίζουμε συστήματα αλληλοεπιδρουσών οντοτήτων, ένα γεγονός που πρέπει να είναι πλήρως κατανοητό και να λαμβάνεται πάντα υπόψη. Στην πλειονότητα των προστατευόμενων περιοχών στα Βαλκάνια, το «σύστημα» είναι κοινωνικο-οικολογικού χαρακτήρα. Ιδιαίτερα σε κλειστές και σχετικά απομονωμένες λεκάνες, όπως είναι η Πρέσπα, η πλειονότητα των ζητημάτων διατήρησης θα πρέπει οπωσδήποτε να αντιμετωπίζεται στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης οικοσυστημικής προσέγγισης, αλλά πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι αυτά τα οικοσυστήματα έχουν επηρεαστεί, ή – στις περισσότερες περιπτώσεις – εξακολουθούν να επηρεάζονται από την παρουσία των ανθρώπων και τις δραστηριότητές τους. Ο άνθρωπος ήταν, και εξακολουθεί να είναι, ένα σημαντικό «μέλος» αυτών των οικοσυστημάτων.

Από την άλλη πλευρά, εξακολουθεί να υπάρχει ακόμη μια λανθασμένη αντίληψη ότι η διατήρηση της φύσης είναι μια «αντικειμενική» επιστήμη, η οποία βασίζεται σε απόλυτες αλήθειες και κανόνες, ενώ στην πραγματικότητα είναι πολύ περισσότερο μια τέχνη, η οποία φυσικά βασίζεται όσο το δυνατό περισσότερο στην επιστήμη, αλλά περιλαμβάνει επίσης συστήματα αξιών, τα οποία έχουν, περισσότερο ή λιγότερο δυναμικό χαρακτήρα, και αλλάζουν συνεχώς σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. 

Με άλλα λόγια έχει γίνει εμφανές ότι η  διατήρηση και διαχείριση της φύσης πρέπει να στηρίζεται τόσο στις φυσικές όσο και στις κοινωνικές επιστήμες. Είναι επίσης ζωτικής σημασίας να αναγνωρίσουμε ότι οι παρεμβάσεις για τη διατήρηση της φύσης βασίζονται σε ένα τρίγωνο αποφάσεων:

1. Φιλοσοφικού – ηθικού χαρακτήρα (π.χ. Πρέπει να αποτρέπουμε την εξαφάνιση συγκεκριμένων ειδών;)

2. Επιστήμης – γνώσης (π.χ. Ποιες είναι οι διαθέσιμες μέθοδοι που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να το επιτύχουμε αυτό;)

3. Πολιτικής (π.χ. Τι μπορούμε πραγματικά να καταφέρουμε υπό τους πρακτικούς, οικονομικούς, νομοθετικούς και κοινωνικούς περιορισμούς στα πλαίσια των οποίων λειτουργούμε;)

Άμεσα συνδεδεμένο με τα παραπάνω είναι το ελάχιστα κατανοητό γεγονός ότι το υποκείμενο θεωρητικό πλαίσιο για τη διατήρηση της φύσης είναι μάλλον αδύναμα καθορισμένο. Για παράδειγμα, αυτό που συνιστά απειλή ή πρόβλημα για διατήρηση της φύσης, δεν είναι πάντα εύκολο να προσδιοριστεί. Ποιος ακριβώς πρέπει να είναι ο στόχος που επιδιώκουμε κάθε φορά και ποια απόκλιση από αυτόν είναι αποδεκτή ή δυνατή; Όλα αυτά είναι δύσκολα ερωτήματα, και, επιπλέον, ο ρόλος της χωρικής και χρονικής κλίμακας στην αντιμετώπιση ενός ζητήματος μπορεί να είναι απολύτως κρίσιμος.

Η πολυπλοκότητα των κοινωνικο-οικολογικών ζητημάτων στην Πρέσπα.

Για να δείξουμε το είδος της πολυπλοκότητας στην οποία αναφερόμαστε, ας δούμε μερικά παραδείγματα περίπλοκων ζητημάτων διατήρησης της φύσης στην Πρέσπα:

  • Το τσιρόνι (Alburnus belvica) θεωρείται βάσει της υφιστάμενης νομοθεσίας απειλούμενο είδος στην Ευρώπη επειδή είναι ενδημικό, όμως στην περιοχή των Πρεσπών είναι το πιο άφθονο ψάρι, ενώ αποτελεί ένα πολύτιμο από οικονομική άποψη ψάρι για την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία. Πώς, λοιπόν, αντιμετωπίζουμε τη διαχείρισή του σε τοπικό επίπεδο;
  • Η μπράνα των Πρεσπών (Barbus prespensis) είναι ένα απειλούμενο ενδημικό είδος ψαριού, αλλά είναι επίσης μια σημαντική πηγή τροφής για τους πελεκάνους οι οποίοι αποτελούν επίσης ένα απειλούμενο είδος. Τι σημαίνει αυτό για τον διαχειριστή διατήρησης της φύσης;
  • Μόλις πριν από λίγα χρόνια, οι τοπικές κοινότητες της Ελληνικής Πρέσπας θεωρούσαν ότι οι λίγες δεκάδες πελεκάνων που υπήρχαν τότε ήταν κάτι σαν«μάστιγα»  και τους κατεδίωκαν ανελέητα. Σήμερα οι ίδιες κοινότητες θεωρούν τις λίγες χιλιάδες πελεκάνων που διαβιούν εδώ μετά από προσπάθειες διατήρησης, ως ένα ανεκτίμητο θησαυρό, και τώρα τους προστατεύουν. Πώς καθορίζονται οι στάσεις απέναντι στη βιοποικιλότητα από τις τρέχουσες κοινωνικοοικονομικές αποφάσεις; Πόσο εύκολο είναι να διακρίνουμε ποια είναι η ορθή στάση κάτω από τις συνθήκες της εποχής;
  • Προς το παρόν, τα περιττώματα αυτών των χιλιάδων  αναπαραγώμενων υδρόβιων πτηνών αυξάνουν το περιεχόμενο των λιμνών σε θρεπτικές ουσίες και ενισχύουν τον ρυθμό ευτροφισμού με σοβαρές επιπτώσεις για πολλούς άλλους οργανισμούς. Ποιες είναι οι διαθέσιμες λύσεις σε τέτοια ζητήματα;  Μήπως πρέπει να προσπαθήσουμε να αντιστρέψουμε την πληθυσμιακή τους αύξηση;
  • Η εντατική καλλιέργεια φασολιών και μήλων αποφέρει κοινωνικο-οικονομικά οφέλη στις τοπικές κοινότητες στην Ελλάδα και τη Βόρεια Μακεδονία, αλλά και οι δύο επηρεάζουν αρνητικά το λιμναίο οικοσύστημα. Πού θα πρέπει να χαραχθεί η ιδανική γραμμή συμβιβασμού μεταξύ αυτών των δύο ανταγωνιστικών παραγόντων;


Σχήμα 1: Απλοποιημένη σχηματική αναπαράσταση του δικτύου αλληλεπιδράσεων.

Είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτό, αλλά η διατήρηση της φύσης όπως και το ερώτημα «πόσο είναι αρκετό;» απλά δεν μπορούν να έχουν σταθερές απαντήσεις που να ταιριάζουν σε όλες τις περιστάσεις. Οι νόμοι ρυθμίζουν ορισμένα μέρη της εξίσωσης, αλλά σχεδόν ποτέ δεν προσφέρουν λύσεις στα σύνθετα προβλήματα των φυσικών συστημάτων. Σε κάθε περίπτωση, τι είναι και τι δεν είναι σημαντικό δεν προκύπτει από αλγόριθμους «αντικειμενικής» ανάλυσης (στην πράξη δεν υφίσταται τέτοιο πράγμα!), αλλά ορίζονται από έναν λεπτό και περίπλοκο συνδυασμό επιστήμης, αριθμών, δυναμικής των κοινωνιών, των επικρατέστερων φιλοσοφικών και ηθικών αξιών, χρονικών πλαισίων και χωρικών κλιμάκων. 

Συμπερασματικές παρατηρήσεις

Συμπερασματικά, κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε ένα ζήτημα διατήρησης της βιοποικιλότητας πρέπει να εξετάζουμε όλες τις διαστάσεις του πραγματικού κόσμου που συνδέονται με αυτό. Πρέπει ταυτόχρονα να λαμβάνουμε υπόψη τόσο το νομικό πλαίσιο όσο και τις ιεραρχήσεις και τις προτεραιότητες που ισχύουν στα ξεχωριστά μέρη ενός λειτουργικού κοινωνικο-οικολογικού συστήματος, με τα εξής να χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής:

  • Η χρονική κλίμακα αναφοράς εντός της οποίας καλούμαστε να αποφασίσουμε (π.χ. ένα έτος ή 50 έτη)
  • Η χωρική κλίμακα στην οποία πρέπει να εργαστούμε 
  • Τα αποτελέσματα της φυσικής διαδοχής (όταν η ανθρώπινη επίδραση είναι αμελητέα ή απουσιάζει) 
  • Οι επιτακτικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής 
  • Οι συνεχιζόμενες αλλαγές των ανθρώπινων δραστηριοτήτων 
  • Ο επιδιωκόμενος βαθμός βιωσιμότητας 
  • Η ιεράρχηση των αξιών που πρέπει να διατηρηθούν 
  • Η τεχνολογία αιχμής και οι διαθέσιμες γνώσεις 
  • Η διευθέτηση των διασυνοριακών ζητημάτων (όπου αυτό πρέπει να ισχύει)
  • Τα εθνικά και διεθνή νομικά πλαίσια 
  • Οι κοινωνικές και πολιτιστικές αξίες και τάσεις 

Σε αυτό το εγχειρίδιο, θα αναφερθούμε σε αρκετές ενδεικτικές περιπτωσιολογικές μελέτες που έχουν ληφθεί από την εμπειρία των Πρεσπών, καμία από τις οποίες δεν μπορεί να περιγραφεί ή να αναπτυχθεί ξεχωριστά, στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης οικοσυστημικής προσέγγισης. Μεταξύ αυτών των περιπτωσιολογικών μελετών είναι: διαχείριση υδάτων· ευτροφισμός και ποιότητα των υδάτων· προκλήσεις και ευκαιρίες που σχετίζονται με τα υδρόβια μακρόφυτα· και επιπτώσεις της κτηνοτροφίας  στην υδρόβια και χερσαία  ζωή. 

Βιβλιογραφικές αναφορές 

Bélair C., Ichikawa K., Wong B.Y. L., and Mulongoy K.J. (Editors) (2010). Sustainable use of biological diversity in socio-ecological production landscapes. Background to the ‘Satoyama Initiative for the benefit of biodiversity and human well-being.’ Secretariat of the Convention on Biological Diversity, Montreal. Technical Series no. 52, 184 pages

https://www.cbd.int/doc/publications/cbd-ts-52-en.pdf 

Gu, H. and Subramanian, S.M. 2012. Socio-ecological production landscapes: relevance to the green economy agenda. United Nations University Institute of Advanced Studies Policy Report.

https://collections.unu.edu/eserv/UNU:5509/Socioecological_production_landscapes.pdf

Προτεινόμενη βιβλιογραφία

Beresford, M. and A. Phillips. 2000. Protected Landscapes – A Conservation Model for the 21st Century. The George Wright Forum 17: 15-26.

Götmark, F. 1992. Naturalness as an Evaluation Criterion in Nature Conservation: A response to Anderson. Conservation Biology 6: 455-458.

https://www.researchgate.net/publication/283631530_Naturalness_as_an_evaluation_criterion_in_nature_conservation_A_response_to_Anderson/link/571f312a08aed056fa227d7d/download 

Hollis, G. E. 1990. Environmental impacts of development on wetlands in arid and semi-arid lands. Hydrological Sciences Journal, 35: 411-428.

https://www.tandfonline.com/doi/pdf/10.1080/02626669009492443?needAccess=true 

Rackham, O. 1992. Conservation: Theory and Practice. Trends in Ecology and Evolution 6(9):303-304.



ΒΗΜΑΤΑ