3.2. Δυναμική της υγροτοπικής βλάστησης

Φανούριος – Νικόλαος Σακελλαράκης
Tour du Valat
Στη Μικρή Πρέσπα, και ιδιαίτερα γύρω από την περιοχή της Βρωμολίμνης, έχουν σημειωθεί μεγάλες αλλαγές στη βλάστηση των υψηλών ελοφύτων, κατά τις οποίες το στενόφυλλο ψαθί (Typha angustifolia L.) έχει επεκταθεί εις βάρος του κοινού καλαμιού ([Phragmites australis (Cav.) Steud.)], με επιπτώσεις στην οικολογία και τη διατήρηση της περιοχής (Σχήμα 2). Και τα δύο είδη τείνουν να δημιουργήσουν μονοειδικές συστάδες, και έτσι οι καλαμιώνες αποτελούνται από τμήματα βλάστησης που κυριαρχούνται είτε από το καλάμι είτε από το ψαθί. Επιπλέον, ως συνέπεια των κοινωνικοοικονομικών αλλαγών που συνέβησαν στην περιοχή από τα τέλη της δεκαετίας του ’50, που οδήγησαν στην εγκατάλειψη παραδοσιακών πρακτικών όπως η βόσκηση, και τα δύο είδη έχουν αντικαταστήσει τη βλάστηση υγρού λιβαδιού, ένα σημαντικό οικότοπο για πολλά είδη, η οποία προστατεύεται σύμφωνα με την Οδηγία της ΕΕ για τους οικότοπους (τύπος οικότοπου: 6420, Μεσογειακά υψηλά υγρά λιβάδια με Molinio-Holoschoenion).
Σχήμα 2: Αριστερά: Υποθετική κατανομή του κοινού καλαμιού πριν από 30 χρόνια· Δεξιά: Τρέχουσα κατάσταση κατανομής P. australis και T. angustifolia.
3.2.1. Κοινό καλάμι έναντι ψαθιού – υποθέσεις
Το κοινό καλάμι (Phragmites australis) και το ψαθί (Typha spp.) είναι από τα πιο συνηθισμένα είδη βλάστησης υψηλών ελοφύτων και συναντώνται σε ένα ευρύ φάσμα συνθηκών όσον αφορά το έδαφος, το κλίμα, τα θρεπτικά συστατικά, κλπ. Και τα δύο είδη είναι τυπικά ημικρυπτόφυτα, που σημαίνει ότι οι οφθαλμοί ανανέωσης βρίσκονται στο επίπεδο του εδάφους και τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζονται για να υποστηρίξουν την ανάπτυξη του επόμενου έτους αποθηκεύονται στα ριζώματά τους.
Κατά μήκος των ακτών της λίμνης, εντοπίζεται συνήθως ένα ισχυρό μοτίβο ζωνών που προκύπτει από την αλληλεπίδραση μεταξύ των χαρακτηριστικών των φυτών και των διαφόρων περιβαλλοντικών παραγόντων, περιλαμβανομένης της υδρολογίας και των θρεπτικών συστατικών, όπως αναφέρεται στην ενότητα 3.1 παραπάνω. Στους καλαμιώνες των Πρεσπών, το στενόφυλλο ψαθί έχει διεισδύσει στις συστάδες του καλαμιού δημιουργώντας πιθανά προβλήματα για το φώλιασμα των υδρόβιων πτηνών. Οι κύριες υποθέσεις εργασίας αναφορικά με το γιατί συνέβη αυτό ήταν: α) ο ευτροφισμός της λίμνης (αποτέλεσμα των εντατικών γεωργικών πρακτικών που κυριαρχούσαν στην περιοχή τις τελευταίες δεκαετίες)· β) η σταθεροποίηση της στάθμης του νερού της λίμνης (μετά τη δημιουργία του νέου θυροφράγματος το 2005)· και γ) η αλληλεπίδραση των πυρκαγιών και της έντονης ξηρασίας που σημειώθηκε κατά την περίοδο 1989-1990, την οποία ακολούθησε μια εξαιρετικά υψηλή στάθμη νερού το 1991.
Με στόχο την καλύτερη κατανόηση των οικολογικών χαρακτηριστικών τόσο του καλαμιού όσο και του ψαθιού στην περιοχή, επιλέχθηκαν τυχαία 28 σταθμοί δειγματοληψίας, ώστε να αντιπροσωπεύεται όλο το φάσμα της περιβαλλοντικής ετερογένειας στην περιοχή, εντός της οποίας δημιουργήθηκαν διατομές 30 m για τη μέτρηση της σύνθεσης της βλάστησης των ελοφύτων και των δομικών παραμέτρων, όπως είναι η πυκνότητα του βλαστού, το ύψος και η διάμετρος. Δείγματα εδάφους και φυτικού ιστού συλλέχθηκαν επίσης από κάθε διατομή και χρησιμοποιήθηκαν περαιτέρω ως μεταβλητές στις στατιστικές αναλύσεις.
3.2.2. Ερμηνεία των αποτελεσμάτων των δεδομένων δειγματοληψίας
Το βάθος και η χημεία του εδάφους δεν φαίνεται να επηρεάζουν την κατανομή του καλαμιού και του ψαθιού και η περιεκτικότητα σε άζωτο και φωσφόρο ήταν παρόμοια στον φυτικό ιστό και των δύο ειδών, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα θρεπτικά συστατικά, και επομένως ο ευτροφισμός, δεν ήταν βασικές παράμετροι για την εξήγηση της κυριαρχίας του ενός είδους έναντι του άλλου. Επιπλέον, η χλωριδική σύνθεση των συνοδευτικών ειδών διέφερε μόνο οριακά μεταξύ των τύπων καλαμιώνων. Ωστόσο τα δεδομένα σχετικά με τη δομή των καλαμιώνων υποδηλώνουν ότι υπήρξαν ανταγωνιστικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των δύο ειδών (Δείτε 3.2.4. Τρέχουσα κατάσταση δυναμικής της βλάστησης υψηλών ελοφύτων στη Μικρή Πρέσπα).
Ως εκ τούτου, η απομένουσα υπόθεση που εξηγεί την επέκταση του ψαθιού ήταν αυτή ενός σημαντικού γεγονότος διαταραχής. Η εν λόγω διαταραχή περιλάμβανε δύο διαδοχικά στάδια, πρώτα μια σοβαρή ξηρασία που υπέστη η λίμνη κατά την περίοδο 1989-1990, την οποία διαδέχθηκε το επόμενο έτος (1991) η υψηλότερη στάθμη νερού που παρατηρήθηκε ποτέ στη Μικρή Πρέσπα (1969-2021). Μέσα σε μια περίοδο μόλις έξι μηνών, καταγράφηκε μια διαφορά 2.5m στη στάθμη του νερού της λίμνης, με αποτέλεσμα την έντονη υποχώρηση των καλαμιών.
Σχήμα 2: Στάθμη νερού (m) στη Μικρή Πρέσπα (δεδομένα 1969-2020): η μπλε γραμμή αντιστοιχεί στη μέση στάθμη του νερού, και τα γκρι διαστήματα στο τυπικό σφάλμα· η πράσινη γραμμή αντιστοιχεί στο έτος 1989, η κίτρινη γραμμή στο 1990 (ελλείποντα στοιχεία για το πρώτο εξάμηνο του έτους) και η κόκκινη γραμμή αντιστοιχεί στο 1991. Η ημέρα 1 του Ιουλιανού ημερολογίου είναι η 1η Ιανουαρίου, η 100η ημέρα είναι η 10η Απριλίου, η 200η ημέρα είναι η 19η Ιουλίου, και η 300η ημέρα είναι η 27η Οκτωβρίου.
Υποθέσαμε ότι το στενόφυλλο ψαθί θα μπορούσε να είναι ταχύτερος εποικιστής μετά από μια τέτοια διαταραχή, καθώς εξαπλώνεται κυρίως με διασπορά των σπόρων, ενώ το κοινό καλάμι εξαπλώνεται σχεδόν αποκλειστικά με βλαστητικά μέσα. Δυστυχώς δεν υπάρχουν δεδομένα πεδίου σχετικά με τη βλάστηση για εκείνη την περίοδο που θα μας επέτρεπαν να επικυρώσουμε αυτή την υπόθεση, ενώ η ποιότητα των δορυφορικών εικόνων εκείνης της εποχής δεν επιτρέπει τον διαχωρισμό των καλαμιώνων στους οποίους κυριαρχούσε το ψαθί από εκείνους που επικρατούσε το κοινό καλάμι. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τις δομικές παραμέτρους (συνολικό ύψος) και ότι το ξεκίνημα της επέκτασης του ψαθιού ήταν πιθανό να είναι αυτό το συμβάν , υποθέσαμε ότι το καλάμι μακροπρόθεσμα θα είχε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για το καλάμι έναντι του ψαθιού , και έτσι μια σταδιακή ανάκαμψη των συστάδων του καλαμιού. Η ανάκαμψη του καλαμιού μάλλον θα διευκολυνθεί από την αυξημένη συχνότητα ξηρασιών που αναμένονται ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής που βιώνουμε στο μεγαλύτερο μέρος αυτού του προγράμματος.
3.2.3. Κατανόηση των επιπτώσεων των πυρκαγιών και της κατάκλυσης: προσομοίωση της ξηρασίας του 1989-1991 και του ακραίου πλημμυρισμού.
Προκειμένου να ελεγχθεί κατά πόσο η υπόθεση αυτή ευσταθεί , πραγματοποιήθηκε ένα πείραμα πεδίου σε 8 επιλεγμένες θέσεις σε καλαμιώνες που περιείχαν μόνο καλάμι, με μεταχειρίσεις συγκομιδής καλαμιών οι οποίες προσομοίαζαν με τις επιπτώσεις της πυρκαγιάς. Σε κάθε τοποθεσία, δημιουργήθηκαν τρεις (πειραματικές) επιφάνειες τον Νοέμβριο 2017, εκ των οποίων η μια έμεινε άθικτη για να χρησιμεύσει ως έλεγχος, ενώ στις άλλες δύο εφαρμόστηκαν διαφορετικές μεταχειρίσεις: (i) κοπή στελεχών καλαμιών σε ύψος <5cm πάνω από το έδαφος (μεταχείριση «εδάφους»)· και (ii) κοπή στελεχών σε ύψος ≈ 1 m πάνω από το έδαφος (μεταχείριση «ενός μέτρου»). Καθώς η στάθμη του νερού της Μικρής Πρέσπας κυμαίνεται ετησίως κατά περίπου 80 cm, φτάνοντας το ετήσιο ελάχιστο τον Νοέμβριο και προοδευτικά το ετήσιο μέγιστο τον Μάιο, οι δύο διαφορετικές μεταχειρίσεις υποβλήθηκαν σε διαφορετικά καθεστώτα κατάκλυσης (κατάκλυση για αρκετούς μήνες έναντι έλλειψης κατάκλυσης / κατάκλυσης για λίγες εβδομάδες). Η διακύμανση στο ύψος της εφαρμοζόμενης κοπής δεν οδήγησε σε κατάκλυση των βλαστών στις περιοχές ελέγχου και στις περιοχές μεταχείρισης ενός μέτρου, σε αντίθεση με τις περιοχές μεταχείρισης «εδάφους», όπου όλοι οι βλαστοί πλημμύρισαν για αρκετές εβδομάδες.
Μετά από μετρήσεις τον Αύγουστο 2018, διαπιστώθηκε ότι η πυκνότητα των βλαστών του καλαμιού ήταν 70% χαμηλότερη στις επιφάνειες μεταχείρισης εδάφους σε σύγκριση με τις επιφάνειες μεταχείρισης ενός μέτρου, και 71% χαμηλότερη από ότι στις επιφάνειες ελέγχου, ενώ δεν διαπιστώθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των επιφανειών μεταχείρισης 1 m και των επιφανειών ελέγχου (Σχήμα 3). Επιπλέον, το μέγιστο ύψος, η μέγιστη διάμετρος, το τυχαίο ύψος και η τυχαία διάμετρος του καλαμιού ήταν σημαντικά μικρότερα στις επιφάνειες μεταχειρίσεων εδάφους από ότι στις επιφάνειες μεταχειρίσεων 1 m και στις επιφάνειες ελέγχου.
.jpg)
.png)